Loading...
Πέμπτη 20 Ιούν 2019
Όταν ο Παναγιώτης Γιαννάκης γκρέμισε τα ‘δέντρα’ της Σοβιετικής Ένωσης
Κλίκ για μεγέθυνση

Για το ελληνικό μπάσκετ δεν υπάρχει μεγαλύτερο σύμβολο από τον Παναγιώτη Γιαννάκη. Ανήμερα της επετείου του ’87, κι ενώ ήδη θα βρίσκεται στο Καστελόριζο, ο αρχηγός στέλνει το διαχρονικό του μήνυμα μέσα από μια μεγάλη συνέντευξη  Μπόνους, μια φοβερή ιστορία από την παραλίγο υπογραφή του στους Σέλτικς.

Ο Γιαννάκης πέφτει να πιάσει την μπάλα μπροστά από τον Γκρμπόβιτς. Ο Γιαννάκης τρώει αγκωνιά από τον Τκατσένκο. Ο Γιαννάκης φωνάζει στον Καμπούρη «βάλτες ρε …» για τις βολές στο φινάλε του τελικού. Ο Γιαννάκης ζητάει από το πλήθος να φωνάξει. Ο Γιαννάκης σηκώνει το βαρύ Κύπελλο της πρωταθλήτριας Ευρώπης, πρώτος απ’ όλους. Λίγο αργότερα, θα βάλει μέσα την κόρη του Κέλλυ και στα αποδυτήρια της Εθνικής θα μιλήσει για πρώτη φορά μετά από μήνες με τον Νίκο Γκάλη (εκτός γηπέδου).

Ο Γιαννάκης είναι ακόμη εδώ. Από τους δώδεκα Θεούς του ’87, είναι ο μόνος που συνέχισε, χωρίς παρέκκλιση, το δρόμο του μπάσκετ. Τότε ήταν 28 ετών, στην καλύτερη στιγμή της καριέρας του, τώρα στα 60 πλέον εξακολουθεί να έχει μέσα του τη φλόγα. Σήμερα, ανήμερα της επετείου του μοναδικού αθλητικού θαύματος πριν από 32 χρόνια, θα βρίσκεται στο Καστελόριζο και θα κάνει πράξη αυτό, που’ χε πει εκείνο το βράδυ:“Ονειρεύομαι κάθε παιδί, σε όλη την Ελλάδα, να κρατάει μια μπάλα μπάσκετ”.  Δείτε την ακριβή του δήλωση στο βίντεο από την ιστορική εκπομπή-συνέντευξη όλης της Εθνικής Ομάδας στο στούντιο της ΕΡΤ στο ΣΕΦ, λίγη ώρα μετά τον θρίαμβο επί της ΕΣΣΔ. Παίρνει το λόγο 6:45 μετά την έναρξη:

Τα παιδιά του ακριτικού νησιού θα έχουν την ευκαιρία να μάθουν τα μυστικά του μπάσκετ, από έναν αθεράπευτα ερωτευμένο με το άθλημα τύπο που άρχισε να υπηρετεί από παιδάκι και συνεχίζει να το κάνει με την ίδια όρεξη, τώρα που έχει δύο εγγόνια. «Κάνε την προσπάθεια στο 100% και συγχρόνως βοήθησε τον συμπαίκτη σου και τον αντίπαλο, ώστε με τον ανταγωνισμό μεταξύ σας να γίνετε καλύτεροι», είναι το μήνυμα που τους στέλνει και το επαναλαμβάνει, όταν βρίσκει την ευκαιρία.

Πριν από 32 χρόνια. Το όνειρο γίνεται πραγματικότητα
Πριν από 32 χρόνια. Το όνειρο γίνεται πραγματικότητα

Ο Γιαννάκης παραμένει ένα σύμβολο, ένας άνθρωπος του αθλητισμού που νίκησε το χρόνο. Όχι ότι δεν το ξέραμε, αλλά το διαπιστώσαμε για μια ακόμη φορά, όταν τη συνέντευξή του στο Contra διέκοψαν ουκ ολίγες φορές, φίλαθλοι, άνδρες και γυναίκες, για να βγουν μαζί του μια φωτογραφία. Συνήθως πατεράδες μιας… κάποιας ηλικίας, που ήθελαν να γνωρίσουν στα παιδιά τους ‘έναν από τους μεγαλύτερους αθλητές που γεννήθηκαν στην Ελλάδα’, ή τον ‘αρχηγό της εθνικής μπάσκετ’, ή απλά τον ‘Δράκο’. Με όλους θα μιλήσει για δυο-τρία λεπτά, με κάποιους και περισσότερο, χαμογελώντας πλατιά. Ό,τι θα πει σε μένα, θα το πει και στους γονείς των νεαρών, που θα πάνε στο καμπ το οποίο διοργανώνει όλο το καλοκαίρι σε διάφορα μέρη της Ελλάδας.

«Τα παιδιά δεν πρέπει να φοβούνται να χάσουν. Και επίσης πρέπει να παίρνουν, όσο το δυνατόν περισσότερες, πληροφορίες. Η ήττα σε μαθαίνει την επόμενη μέρα να κάνεις περισσότερο προπόνηση, να ανακαλύψεις πιο πολλά για τον εαυτό σου. Να καταλάβεις ότι δεν περνάει 24ωρο που να μη δουλεύεις σκληρά. Οι πληροφορίες που υπάρχουν τώρα είναι πολλές. Καμιά σχέση με την εποχή που ξεκινούσα εγώ. Πολλές φορές ένας παίκτης κάνει οικονομία στην προηγούμενη για να είναι έτοιμος στην επόμενη προπόνηση. Προτιμώ να κάνει το 100% και ας μην είναι έτοιμος για την άλλη που θα ακολουθήσει. Σιγά-σιγά, όμως, θα φτάσεις εκεί. Πηγαίνοντας με το 100% από τα 10 στα 20 λεπτά, κι από κει στα 40. Ξεπερνάς τον εαυτό σου, λεπτό προς λεπτό, κάθε μέρα. Είναι σημαντικό από μικρή ηλικία να δουλεύεις σε όλο το βάθος τις αντιδράσεις σου. Σωματικές, πνευματικές, συναισθηματικές. Είναι η προίκα της ζωής και του μέλλοντός σου”.

Ο 60χρονος Παναγιώτης Γιαννάκης, μιλάει με τη σοφία σχεδόν μισού αιώνα, που ασχολείται με την αιώνια αγαπημένη του. Δεν ήταν πάντα μια ωραία πορτοκαλί μπάλα, σαν αυτές που θα δώσει στα παιδιά του Giannakis Academy. Στο σπίτι του στη Νίκαια, είχε μια λαστιχένια, με την οποία έκανε διάφορα κόλπα και σημάδευε το αυτοσχέδιο καλάθι, ή… έτσι το έβλεπε τουλάχιστον, τετράγωνο πάνω από τον αργαλειό της μάνας του.

«Μικρό παιδί σαν ήμουνα»

Η Καλλιόπη Γιαννάκη, υφάντρα στο επάγγελμα, τον έψαχνε με τις ώρες στις αλάνες της Νίκαιας. Ο πατέρας του Δημήτρης, μηχανικός μοτοσυκλετών, θα φύγει από τη ζωή όταν ο Παναγιώτης ήταν 18 ετών. Θα κληρονομήσει το μηχανάκι του, το πρώτο του μεταφορικό μέσο, που τον πήγαινε από τη Νίκαια στη Γυμναστική Ακαδημία. Τα πρώτα σκιρτήματα με την μπάλα γίνονται με το πόδι. Γρήγορα, όμως, θα την πιάσει στα χέρια και δεν θα την αφήσει ποτέ.

«Η ευλογία του μπάσκετ και όλων των ομαδικών σπορ είναι ότι ξεκινάς να παίζεις, γιατί σου αρέσει. Έπαιζα με μεγαλύτερους και φαινόταν ότι μπορώ να παίξω. Δεν φανταζόμουν κάτι, απλά όταν έπαιζες με μεγαλύτερους, έπρεπε να είσαι καλός. Ήταν κι ένα κίνητρο για μένα, αλλά και ικανοποίηση που με έβαζαν να παίξω. Θυμάμαι σαν τώρα, ήμουν δεν ήμουν δέκα χρονών, και έβλεπα τους μεγαλύτερους να παίζουν. Ήξεραν ότι ασχολούμαι και κάποιες φορές όταν έλειπε κάποιος, με έβαζαν μέσα. Σε ένα τέτοιο παιχνίδι πήγα να διεκδικήσω την μπάλα από έναν μεγαλύτερο και με σήκωσε στα δύο χέρια ψηλά. Μαζί με την μπάλα». (γέλια)

Ο Γιαννάκης στην Εθνική του 1979, μαζί με Κώστα Πετρόπουλο, Δημήτρη Κοκολάκη, Τάκη Καρατζουλίδη και Τάκη Κορωναίο
Ο Γιαννάκης στην Εθνική του 1979, μαζί με Κώστα Πετρόπουλο, Δημήτρη Κοκολάκη, Τάκη Καρατζουλίδη και Τάκη Κορωναίο

Το 20άρικο (δραχμές) που του έδωσε ο Βύρωνας Κρίθαρης, για να βγάλει φωτογραφίες και δελτίο, έχει ιστορική πλέον σημασία. Ο μικρός, αδύνατος, Παναγιώτης θα αρχίσει να μαγεύει ολόκληρη τη Νίκαια, την Αθήνα, την Ελλάδα. Στα 12, ξεκινάει να παίζει οργανωμένα στον Ιωνικό, στα 16 φοράει την φανέλα της Ανδρικής Ομάδας του Ιωνικού και στα 17 παίζει για πρώτη φορά στην Εθνική Ανδρών. Στις 12 Σεπτεμβρίου του 1976, χρίζεται διεθνής στο τουρνουά της Διεθνούς Έκθεσης Θεσσαλονίκης, παίζοντας εναντίον της Τσεχοσλοβακίας. Σίγουρα δεν μπορούσε ποτέ να φανταστεί, εκείνο το βράδυ, ότι θα ακολουθούσαν άλλα 350 ματς με τα γαλανόλευκα, 20 χρόνια θητείας, που θα τελείωναν στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Ατλάντα (2 Αυγούστου 1996) εναντίον της Βραζιλίας.

«Δεν είχα πολλά να σκεφτώ. Ίσως τα ΤΕΦΑΑ που θα με έκαναν προπονητή, κάτι που με ενδιέφερε. Σκεφτόμουν τον Ιωνικό, μια παρέα όπως είμαστε, να παίζουμε με τους μεγάλους της εποχής, αν θα τα καταφέρουμε. Μετά αν θα μπορέσω να πάρω μεταγραφή, κάτι δύσκολο εκείνα τα χρόνια, άρα ένα καλύτερο μισθό, με εξασφάλιση επαγγελματική μέσω της Ακαδημίας. Να μπει σε μια τάξη η ζωή μου. Δεν φανταζόμουν πλούτη, αλλά σίγουρα ένα καλύτερο βιοτικό επίπεδο”. Αλλά ο Γιαννάκης είχε αρχίσει να παίζει μπάσκετ υψηλού επιπέδου. Με τον Ιωνικό κάνει απίθανα πράγματα. Σκοράρει ακατάπαυστα, πασάρει το ίδιο, μια ομάδα… μόνος του. Στις 24 Ιανουαρίου του 1981, βάζει 73 πόντους στο ιστορικό ματς Ιωνικού-Άρη 113-114 (στην παράταση) όπου ο Γκάλης σταμάτησε στους 62.

Ένα βήμα πριν τους Σέλτικς

Άρχισε να σκέφτεται ακόμη και μια μεταγραφή στο εξωτερικό, ώσπου ξαφνικά θα του προκύψει το όνειρο του ΝΒΑ, κάτι σχεδόν εκτός πραγματικότητας εκείνη την εποχή. Έφτασε ένα βήμα πριν από τους Σέλτικς το 1982 και ενώ νωρίτερα λόγω του τραυματισμού του στο γόνατο, ο γιατρός του είχε πει ότι δεν πρόκειται να ξαναπαίξει μπάσκετ. Ναι, αν οι Μπόστον Σέλτικς δεν έπαιρναν τον Κουίν Μπάκνερ και ο Γιαννάκης δεν κοβόταν στο παραπέντε της έναρξης του πρωταθλήματος το 1982, πολλά πράγματα μπορεί να ήταν διαφορετικά. Για την εποχή, ένας Ευρωπαίος το να έπαιζε στο ΝΒΑ θεωρούταν σχεδόν αδιανόητο.

«Παίζοντας στον Ιωνικό, άρχισα να αισθάνομαι μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση. Αν έβλεπα μια μεταγραφή στο εξωτερικό; Ναι. Μου πέρασε από το μυαλό, γιατί έπαιζα πλέον στην Εθνική Ομάδα, είχα φτάσει και στη Μικτή Ευρώπης. Θυμάμαι σε έναν αγώνα του Ιωνικού, ο Κώστας Δήμου, καλή του ώρα, είχε φέρει επί τούτου στη Νίκαια τον πρόεδρο της Βίρτους Μπολόνια, Tζιανλουίτζι Πορέλι, για το ενδεχόμενο μιας μεταγραφής στην Ιταλία. Ήταν Νικαιώτης ο Δήμου, αλλά ο Ιωνικός δεν το συζήτησε καν.

Εγώ ζητούσα να φύγω, δεν με άφηναν και κάπως έτσι βρέθηκα στην Αμερική. Το ‘προξενιό’ έκανε ο Ρίτσαρντ Ντουσκάιρ, που μου είχε αδυναμία και έχοντας δουλέψει σε Εθνική και Παναθηναϊκό, ξανάφευγε για τις ΗΠΑ. Μου λέει, Παναγιώτη γιατί δεν έρχεσαι να δοκιμάσεις, είμαι στο Hellenic College, πιστεύω ότι μπορείς να παίξεις ακόμη και στο ΝΒΑ”. Δεν το σκέφτηκα πολύ. Πήρα το αεροπλάνο και πήγα. Στην αρχή ήμουν φιλοξενούμενος στη μετέπειτα κουμπάρα μου, την Κουλίτσα, που ήταν από τη Νίκαια. Τη γνώρισα μέσω του Δημήτρη Μελισσανίδη που είχε την σχολή οδηγών ‘Μίνι’ και βρήκα στέγη στη Βοστώνη για κάνα δυο μήνες.

Στα αποδυτήρια των Σέλτικς
Στα αποδυτήρια των Σέλτικς

Έκανα προπονήσεις στο Hellenic College και ερχόταν καμιά φορά και ο Ρόμπερτ Πάρις. Ο Ντουκσάιρ κανόνισε ένα φιλικό με την ομάδα που είχαμε στο κολέγιο, με τους παίκτες που είχαν επιλέξει το καλοκαίρι του ’81 από τους Σέλτικς. Το είχε κανονίσει ο Ντουσκάιρ, ειδικά για μένα. Να δουν τι ψάρια πιάνω. Παίξαμε δυο-τρεις φορές. Με πιάνει από κοντά ο κόουτς Φιτς που τότε δούλευε για τους Σέλτικς και μου λέει, μας ενδιαφέρεις, καλό θα είναι να μείνεις εδώ στην Αμερική κλπ. Πράγματι, έμεινα εκεί. Μάθαινα τη γλώσσα στο κολέγιο, έκανα προπονήσεις, με παρακολουθούσαν αλλά τον Οκτώβριο παθαίνω ένα σοβαρό τραυματισμό».

Το γόνατο που έγινε νταούλι

“Σε μια προπόνηση, χτυπάω στο γόνατο. Πόδι νταούλι. Πάμε στο νοσοκομείο και ο γιατρός μου λέει ‘θα σε ανοίξουμε’ όπως γινόταν σε αυτές τις περιπτώσεις τότε. Πράγματι, μπαίνω χειρουργείο, κοιμάμαι και ξυπνάω την επόμενη. ‘Θα έρθει ο γιατρός να σε δει’, με ειδοποιούν. Έρχεται και μου λέει, Μίστερ Γιαννάκης, πρέπει να ξεχάσεις το μπάσκετ. Κόπηκαν οι σύνδεσμοι, καθάρισα μεν το γόνατό σου, για να αποκαταστήσουμε όμως τη ζημιά, πρέπει να κάνουμε δυο-τρεις επεμβάσεις. Να πάρουμε μόσχευμα από το ισχίο και μετά να το τοποθετήσουμε. Και πάλι, όμως, θα είσαι 50-60% απ’ αυτό που έπαιζες μέχρι τώρα.

Τρελάθηκα. Θυμάμαι ότι είχε έρθει η Ευγενία, με την οποία ήμασταν αρραβωνιασμένοι και κάθισε μαζί μου μέχρι τον Σεπτέμβριο. Μόλις είχα σηκωθεί και περπατούσα. Αποφασίσαμε να παντρευτούμε και γυρνάμε στην Ελλάδα, χωρίς να πω σε κανέναν για τον τραυματισμό και το χειρουργείο μου. Είχα αρχίσει να γυμνάζομαι σιγά-σιγά, με πολύ cybex Στον Ιωνικό τότε πρώτος προπονητής είχε αναλάβει ο Βύρων Κρίθαρης, ο άνθρωπος που με έβαλε στο μπάσκετ. Έρχεται και μου ζητάει να παίξω, να βοηθήσω την ομάδα. Του απάντησα αρνητικά και στενοχωρήθηκα πάρα πολύ, γιατί τον απέλυσαν.

 Δεν είχα πει, όμως, το παραμικρό. Παντρεύμαι την Ευγενία και φεύγουμε για την Αμερική. Προπόνηση, cybex κάθε μέρα, ατέλειωτες ώρες. Μέχρι που τον Φεβρουάριο αποφασίζω και μπαίνω στο γήπεδο! Μόνος μου, ούτε γιατροί, ούτε τίποτε. Απλά, ήθελα να γίνω ντραφτ. Καμιά φορά τα ξανασκέφτομαι και εκπλήσσομαι με την τρέλα μου. Μετά από χρόνια με συνάντησε ξανά ο γιατρός που μου έκανε την επέμβαση και δεν πίστευε ότι είχα παίξει και μάλιστα κάνοντας μια τόσο μεγάλη σε διάρκεια καριέρα.Έπαιξα λίγο στο Hellenic College και γύρισα στην Ελλάδα. Ξανά ο Ιωνικός. Αυτή τη φορά, ήμουν καλά. Είπα ναι, βοήθησα να παραμείνει η ομάδα στην Α’ Εθνική και πήγα πίσω πάλι στην Αμερική, γιατί ήδη είχα γίνει ντραφτ».

Έπεφτα ανάσκελα και κοιμόμουν με τα tape

«Aκόμη θυμάμαι την πρώτη μου μέρα στο καμπ του Κέιπ Κοντ, οπου είχε κατασκήνωση ο Ρεντ Άουερμπαχ. Το μεσημέρι στα ανοιχτά γήπεδα, το βράδυ στο κλειστό. Λέω το όνομά μου, ρωτάνε όλοι αν παίζουμε μπάσκετ στην Ελλάδα, και μπαίνω για την πρώτη άσκηση. Ένας εναντίον ενός. Όποιος βάλει τρία καλάθια βγαίνει, όποιος τα φάει μένει και παίζει με τον επόμενο. Δηλαδή μπορούσες να πεθάνεις στο γήπεδο. Το πρόγραμμα ήταν 3-5 το μεσημέρι και 8-10 το βράδυ. Τέζα. Να φανταστείς ότι το απόγευμα ξάπλωνα με τα tape που για πρώτη φορά έμαθα να κάνω εκεί. Έπεφτα ανάσκελα και σηκωνόμουν για τη βραδινή προπόνηση. Έτρωγα ένα ντόνατ και έπινα καφέ.

Ήμασταν 21 άτομα, 9-10 από το ντραφτ και οι υπόλοιποι free agents που έψαχναν με λύσσα να βρουν ένα συμβόλαιο. Στην αρχή μισογελούσαν μαζί μου, αλλά σιγά-σιγά κέρδιζα την εμπιστοσύνη τους. Στο τέλος με ρωτούσαν πώς τους έβλεπα. Αν ήταν καλοί. Δεν θα ξεχάσω ποτέ το συναίσθημα της ικανοποίησης. ‘Μπαγάσηδες, με κοροϊδεύατε και τώρα με ρωτάτε αν είστε καλοί, έλεγα από μέσα μου. Τελειώνει το καμπ και με επιλέγουν στους 7 που θα συνέχιζαν στο βέτεραν καμπ. Μαζί και ο Ντάνι Έιντζ που είχε επιστρέψει από το μπέιζμπολ και θα ξανάπαιζε μπάσκετ.

O "δράκος" με την φόρμα των Σέλτικς σε αγώνα της ομάδας της Βοστώνης. Μπροστά ο Κουίν Μπάκνερ πουτ του πήρε τελικά τη θέση
O «δράκος» με την φόρμα των Σέλτικς σε αγώνα της ομάδας της Βοστώνης. Μπροστά ο Κουίν Μπάκνερ πουτ του πήρε τελικά τη θέση  O «ΔΡΑΚΟΣ» ΜΕ ΤΗΝ ΦΟΡΜΑ ΤΩΝ ΣΕΛΤΙΚΣ ΣΕ ΑΓΩΝΑ ΤΗΣ ΟΜΑΔΑΣ ΤΗΣ ΒΟΣΤΩΝΗΣ. ΜΠΡΟΣΤΑ Ο ΚΟΥΙΝ ΜΠΑΚΝΕΡ ΠΟΥΤ ΤΟΥ ΠΗΡΕ ΤΕΛΙΚΑ ΤΗ ΘΕΣΗ

Γυρίζω για λίγο στην Ελλάδα, καθώς υπήρχε αρκετός χρόνος μέχρι να αρχίσουν οι προπονήσεις. Άρχισαν οι προπονήσεις έναν μήνα πριν ξεκινήσει το πρωτάθλημα. Έκοβαν παίκτες, αλλά όχι εμένα, μέχρι που μια εβδομάδα πριν την έναρξη της περιόδου, πήραν με μεταγραφή από τους Μπακς τον Κουίν Μπάκνερ και κόπηκα. Δεν είχα και χρόνο να δοκιμάσω κάπου αλλού. Οι Σέλτικς ήθελαν να μείνω, να πάω σε μια ομάδα του CBA που είχαν σαν θυγατρική. Αν πήγαινα, ενδεχομένως μέσα στη χρονιά να μου έδιναν συμβόλαιο. Ξέρεις, είχαν και επιφυλάξεις, γιατί ήμουν Ευρωπαίος. Ήθελαν να με τεστάρουν, να σιγουρευτούν πως μπορούσα να παίξω στο ΝΒΑ, αφού δεν είχα την παραμικρή αμερικάνικη εμπειρία.

Ο Μπάκνερ, μέλος της καλύτερης αμυντικής πεντάδας, ήταν ανταλλαγή με τον Ντέιβιντ Κάουενς ο οποίος δεν ήθελε να συνεχίσει στους Σέλτικς κι έτσι κόπηκα γιατί πλέον δεν ήθελαν άλλο γκαρντ. Φυσικά, αν πήγαινα στο ΝΒΑ δεν θα ήμουν μέρος της ιστορίας που εξελίχθηκε τα επόμενα χρόνια. Εντάξει δεν ήταν εύκολο, τότε. Ούτε καν μπορούσα να φανταστώ τον εαυτό μου να παίζει στην Αμερική. Δεν μπορείς να φανταστείς πόσο μεγάλη ήταν για μένα η εμπειρία. Εγώ, που η μοναδική μου σχέση με το ΝΒΑ ήταν δυο αφίσες στον Πλάτωνα, μία του Όσκαρ Ρόμπερτσον και μία του Καρίμ Αμπντούλ Τζαμπάρ βρέθηκα να προπονούμε μαζί με τον… Λάρι Μπερντ που έκανε βουτιές για να μου πάρει την μπάλα”.

«Θα παίξουμε ποτέ βράδυ;»

Ο Γιαννάκης στο Ευρωμπάσκετ δεν ήταν ρούκι. Έπαιζε ήδη 11 χρόνια στην Εθνική, είχε φάει σφαλιάρες, είχε πανηγυρίσει κιόλας μεγάλες στιγμές, όπως το χρυσό το 1979 στους Μεσογειακούς Αγώνες του Σπλιτ. Στα μεγάλα τουρνουά συνήθως, όμως, η Εθνική έπαιζε νωρίς το μεσημέρι. Στους αγώνες διαβάθμισης. Το 1983 η Ελλάδα έπαιξε για τις θέσεις 11-12 (με τη Σουηδία). Δυο χρόνια αργότερα δεν ήταν καν στα γήπεδα της Γερμανίας. «Θα παίξουμε ποτέ το βράδυ;», αναρωτιόταν, βλέποντας στα τρελά του όνειρα την Ελλάδα να διεκδικεί μετάλλια. Δεν θα αργούσε να το ζήσει.

Εγώ έπαιζα τριάρι, τεσσάρι, πεντάρι. Δεν είχαμε ψηλούς. Τους μετρούσαμε στα δάχτυλα. Πώς να παίξεις με τα ‘δέντρα’ της Σοβιετικής Ένωσης, που ήταν όλοι δυο μέτρα και βάλε. Και δεν είχαν βασικούς. Όλοι το ίδιο ήταν. Έβγαινε ο Βάλτερς, έμπαινε ο Χομίτσιους. Έβγαινε ο Χομίτσιους, έμπαινε ο Κουρτινάιτις. Ο Βολκόφ, ο Τιχονένκο, ο Τκατσένκο και βέβαια ο Σαμπόνις. Κι όμως τους κερδίσαμε. Κι όχι μόνο αυτούς. Μην ξεχνάτε ότι ο Φασούλας και ο Χριστοδούλου δεν ήταν τόσο έμπειροι όπως ο Νικ κι εγώ. Δεν το συζητώ, λοιπόν. Η νίκη του ’87 παραμένει σχεδόν ανεξήγητη, αν την δούμε απέξω και εξηγείται απόλυτα αν την αναλύσουμε από μέσα. Ναι, έπαιξε σπουδαίο ο ρόλο ο κόουτς Πολίτης. Πρώτα απ’ όλα ήταν από τους λίγους προπονητές που δεν είχε την νοοτροπία ‘παιδιά, μην ξεφτιλιστούμε’. Μπαίναμε μέσα και δεν τον ενδιέφερε ο αντίπαλος. Πηγαίναμε για να νικήσουμε. Δεν σκεφτόταν ‘αμάν ο ένας, ο άλλος, πώς θα τους μαρκάρουμε, θα πεθάνουμε’, και άλλα τέτοια ωραία».

«Μόνο εγώ τα κατάφερνα δίπλα στον Γκάλη»

Με τον Γκάλη βρήκε μια καταπληκτική χημεία. Βοήθησε και η μεταγραφή του στον Άρη
Με τον Γκάλη βρήκε μια καταπληκτική χημεία. Βοήθησε και η μεταγραφή του στον Άρη

 

Ο Πολίτης έχει δουλέψει το δίδυμο Γκάλη-Γιαννάκη. Η συνύπαρξή τους, όμως, στον Άρη από το καλοκαίρι του ’85, όταν με μυθιστορηματικό σχεδόν τρόπο η ομάδα της Θεσσαλονίκης νικάει ΑΕΚ, Παναθηναϊκό και λοιπούς μνηστήρες, απαγάγοντας σχεδόν τον Παναγιώτη. Η οργανική ένωση των δυο μεγάλων παικτών, έχει άμεσο αντίκτυπο και στην Εθνική Ομάδα.

«Με τον Νικ δεν ήταν εύκολο να είσαι συμπαίκτης! Ο Κορωναίος, ας πούμε, δεν τα κατάφερε. Κι ο Κορωνιός, αργότερα επίσης. Κι αυτό είχε φανεί και στον Άρη. Όταν για τον άλφα ή βήτα λόγο, ήθελαν να με κάνουν στην άκρη, όσους κι αν δοκίμαζαν να βάλουν δίπλα στο Νίκο, κανείς δεν τα κατάφερνε. Ψηλός γκαρντ, να παίζει άμυνα για ενάμιση παίκτη, να δίνει πάσες, κι όταν χρειαζόταν να πάρει και την ευθύνη; Δεν έβρισκαν καλύτερο από μένα και δεν το λέω για να περιαυτολογήσω. Αν ήμουν σε άλλη ομάδα, οι προπονητές θα με χρησιμοποιούσαν σαν αντίβαρο απέναντί του, καθώς είχα κι εγώ την ευχέρεια να σκοράρω. Και μετά ήταν η προσαρμογή μας απέναντι σε δυνατούς αντιπάλους.

Ύστερα ήρθε το ταξίδι στην Αμερική μας, πριν από τον αγώνα με τη Γαλλία για τα προκριματικά του Παγκοσμίου Πρωταθλήματος (σ.σ το περίφημο 130-126 μετά από δυο παρατάσεις) μας έκανε καλό. Φάγαμε ξύλο, με την καλή έννοια, αλλά γίναμε πολύ πιο σκληρή σαν ομάδα. Πήγαμε για προπόνηση. Στο Μουντομπάσκετ κάναμε το πρώτο βήμα. Παίξαμε σπουδαίους αγώνες, ανεξαρτήτως αν χάναμε, γιατί τους κοιτάγαμε όλους στα μάτια. Ακόμη και την Σοβιετική Ένωση, που είχε τον Σαμπόνις, δεν τη φοβηθήκαμε. Ο Πολίτης είχε τολμήσει με επιλογές που τότε προξένησαν ολόκληρο θόρυβο. Αλλά επαναλαμβάνω, ήξερε καλά τη δουλειά. Είχε πειθαρχία, αλλά δεν ήταν ‘εκβιαστικός’ με τους παίκτες. Ούτε στον πάγκο. Ούτε μέσα στο παιχνίδι. Τεράστια η συμβολή του”.

Το 2005 επιβλήθηκε και το ελληνικό στυλ

Το παραμύθι είχε και Γκάλη, είχε και δράκο είχε και αράχνες και μπέμπηδες και μια Εθνική που έβγαλε τον κόσμο στους δρόμους. Με μια σημαία στους ώμους, ο Γιαννάκης δαφνοστεφανωμένος, είναι ο πρώτος που θα πάρει το Κύπελλο για να το σηκώσει ψηλά. Ούτε που του περνάει από το μυαλό, ότι δέκα οκτώ χρόνια μετά θα ζήσει την ίδια σκηνή, σαν προπονητής της ομάδας. Αλλά αν δεν το ζούσε ο Γιαννάκης, τότε ποιον θα ρωτήσει ο ιστορικός του μέλλοντος έχοντας γνώση της όλης διαδρομής, της απαράμιλλης συνέπειας και πάθους για την Εθνική.

Ο κόουτς Γιαννάκης που μπήκε στη ζωή μας, σχεδόν αμέσως μετά το κρέμασμα της φανέλας του, στη δεύτερη θητεία του στον ρόλο του ομοσπονδιακού προπονητή παίρνει την ομάδα το 2004 και ένα χρόνο μετά πατάει μαζί της στην κορυφή της Ευρώπης. «Το 2005, κάναμε κάτι ξεχωριστό, γιατί φτάσαμε στην πρωτιά, με ένα τρόπο που επέβαλε το δικό μας στυλ στη διεθνή κοινότητα του μπάσκετ. Κι αυτό, όπως καταλαβαίνετε, είναι ιδιαίτερα σημαντικό για τον προπονητή. Υπομονή, καθαρό μυαλό, να δουμε πώς αντιδράει ο αντίπαλος, όλα αυτά συνιστούν ένα μπασκετικό επίτευγμα. Έπρεπε να πείσω όχι μόνο τους παίκτες αλλά και όλους όσους βιάζονταν να φτάσουμε ψηλά.

Δέκα οκτώ χρόνια μετά, σήκωσε το ίδιο τρόπαιο με την ιδιότητα του προπονητή
Δέκα οκτώ χρόνια μετά, σήκωσε το ίδιο τρόπαιο με την ιδιότητα του προπονητή  EUROKINISSI

Υπήρχε ένα γκρουπ ανθρώπων που υποστήριξε την προσπάθεια που άρχισε το 2004. Δεν με πείραξε που κάποιοι φώναζαν με το Πουέρτο Ρίκο ότι δεν έπρεπε να κερδίσουμε, γιατί εμείς προετοιμαζόμασταν να γίνουμε η ομάδα που θα πάλευε να κερδίζει όποιον αντίπαλο έβρισκε μπροστά της. Αυτό δε γίναμε; Αν μπορούσαμε περισσότερα; Η δική μου νοοτροπία μου, επειδή πάντα κάνουμε λάθη, λέει ότι πάντα μπορείς να κάνες κάτι παραπάνω. Ναι, πιστεύω πως θα μπορούσε αυτή η ομάδα να έχει ακόμη πιο πολλές διακρίσεις”.

Ο Γιάννης είναι θαύμα της φύσης

Από την εποχή του Γιαννάκη και του Γκάλη, σε εκείνη του Σπανούλη και του Διαμαντίδη. Και τώρα του Αντετοκούνμπο. Ο Γιαννάκης μιλάει για τον Γιάννη και το πρόσωπό του φωτίζεται. «Φοβερός τύπος. Το παιδί αυτό είναι κίνητρο για όλα τα παιδιά του κόσμου και όχι μόνο για την Ελλάδα. Προβάλλει την πατρίδα μας όσο κανείς, τον ευχαριστώ προσωπικά και νομίζω ότι όλοι μας μπορούμε να αποκομίσουμε οφέλη από την σταδιοδρομία του, η οποία δεν πρόκειται βεβαίως να σταματήσει. Αρκεί να είμαστε ο ένας δίπλα στον άλλο και να ξέρουμε πάντα ότι το παιχνίδι που υπηρετούμε είναι πάνω απ’ όλα. Αυτό μαθαίνει κανείς όταν πάει στην Αμερική, βιώνοντας την ατμόσφαιρα από μέσα και ξεχνώντας για λίγο το σόου και το entertainment.

Για σκεφτείτε, όμως. Μια ολόκληρη πόλη, μια ομάδα επένδυσαν σε ένα παιδί από την Αθήνα, από την Ελλάδα. Ένα παιδί που δεν είχε παίξει καν επαγγελματικό μπάσκετ, ή … γενικώς μπάσκετ υψηλού επιπέδου σε οποιαδήποτε βαθμίδα. Μην ξεχνάμε ότι ο Γιάννης δεν ήταν ποτέ του, ας πούμε, ο καλύτερος παίκτης στο εφηβικό πρωτάθλημα, ή κορυφαίος του Φιλαθλητικού. Κι όμως, έφτασε να κουβαλάει στις πλάτες του, τους Μιλγουόκι Μπακς. Τρομερά πράγματα έχει κάνει αυτό το παιδί, τι να συζητάμε τώρα; Η βελτίωσή του είναι απίστευτη και τα επιτεύγματά του επίσης. Όλοι οι άλλοι, Κάρι, ΛεΜπρον, Ντουράντ, Λέοναρντ κάπου ήταν πρωταγωνιστές, είτε στο high school, είτε στο κολέγιο. O Γιάννης πήγε άγνωστος μεταξύ αγνώστων και μπήκε στην ελίτ. Του βγάζω το καπέλο. Είναι ένα θαύμα της φύσης…

«Ο Κάρι σουτάρει χωρίς να πηδήξει. Γιατί;»

Το σημερινό μπάσκετ δεν είναι ακριβώς το σπορ που έπαιζε ο Γιαννάκης. Η εξέλιξή του, μέσα στο χρόνο τεράστια. Όταν ο Παναγιώτης σούταρε τρίποντα στον αιφνιδιασμό, θεωρούταν σχεδόν τρελός. Τώρα, όχι μόνο το αφήνουν οι προπονητές, αλλά πολλές φορές το επιβάλλουν.«Έχει ανέβει ο μέσος όρος των παικτών. Αθλητές καλύτεροι, περισσότερα ματς, πιο έντονος συναγωνισμός. Η προπόνηση είναι υψηλού επιπέδου σε κάθε ομάδα. Στις ταχύτητες που παίζεται πλέον το μπάσκετ, έχει σημασία η πνευματική αντίδραση του καθενός, πώς αντιδρά δηλαδή στα κλάσματα του δευτερολέπτου. Και καμιά φορά κάτι τέτοιο ξεπερνάει τις σωματικές ικανότητες. Ο Ντόνσιτς για παράδειγμα, δεν έχει τα σωματικά προσόντα των αντιπάλων του, αλλά το μυαλό του τον κάνει ισάξιο και αρκετές φορές καλύτερο απ’ αυτούς.

Το παιχνίδι έχει διάφορα πράγματα στα οποία πρέπει να διακριθείς. Ο Κάρι, επίσης. Βασίζεται περισσότερο στην τεχνική του. Δείτε όμως πώς σουτάρει. Οι  περισσότεροι παίκτες κάνουν τζαμπ σουτ, αυτός πηδάει ελάχιστα. Είναι θέμα μηχανικής και τις συνιστώσες που υφίσταται ο παίκτης όταν κάνει το σουτ. Όταν πηδάς, δέχεσαι περισσότερες συνιστώσες. Στη γραμμή των βολών, όμως, δεν κάνεις τζαμπ σουτ. Ο Κάρι κατάφερε να σουτάρει τρίποντα σαν… βολές. Είναι συνάρτηση προπόνησης, επιστημονικής προσέγγισης μέσω βίντεο και συνεχούς επανάληψης. Το σουτ έγινε πλέον βασικό στοιχείο, γιατί οι παίκτες έχουν μεγαλύτερη ευχέρεια, μεγαλώνει το γήπεδο και η μπάλα κυκλοφορεί πλέον περισσότερο κάτω από το στεφάνι».

Μισός αιώνας μπάσκετ

Με τον Παναγιώτη και τον Γιώργο Αγγελόπουλο όταν ήταν προπονητής στον Ολυμπιακό
Με τον Παναγιώτη και τον Γιώργο Αγγελόπουλο όταν ήταν προπονητής στον Ολυμπιακό  ACTION IMAGES PRESS AGENCY

 

O Γιαννάκης μπήκε στο μπάσκετ το 1971. Σαράντα οκτώ χρόνια μετά, όταν τον ρωτάς τι έχει κερδίσει απ’ αυτή την ενασχόληση θα απαντήσει. «Κάθε μέρα ανακάλυπτα τον εαυτό μου. Έκανα φίλους, έμαθα πολλά για τη ζωή, βοήθησα το σώμα μου, εκτίμησα ακόμη και τους αντιπάλους μου για όλα τα συναισθήματα που μου προκάλεσαν. Έμαθα ότι η ζωή είναι ωραία μέσω του αθλητισμού και το έχω αγαπήσει αυτό το παιχνίδι, όσο τίποτε άλλο. Ναι, το αγαπάω πολύ το μπάσκετ, από την άποψη του παιχνιδιού. Είμαστε σε ένα σταυροδρόμι. Κάποτε ο Κόμπι Μπράιαντ είχε πει ότι οι Ευρωπαίοι μάθαιναν καλύτερα τα βασικά απ’ ό,τι στο ΝΒΑ. Νομίζω ότι αρχίζουμε να χάνουμε αυτό το στοιχείο. Μου αρέσει να βοηθάω τα παιδιά να μάθουν το παιχνίδι. Κι αν δεν γίνουν μπασκετμπολίστες, θα αγαπήσουν τον αθλητισμό. Θα γίνουν sportsmen.

Η ατμόσφαιρα τον τελευταίο καιρό, δεν είναι η πιο ευχάριστη. Ό,τι γίνεται, πρέπει να έχει σαν στόχο να βελτιώνουμε το μπάσκετ. Αυτή τη στιγμή δεν είμαστε στα πάνω μας. Εγώ σας είπα ότι αγαπάω το μπάσκετ σε υπερβολικό βαθμό. Είμαι διαθέσιμος να βοηθήσω από οποιαδήποτε θέση. Το ζητούμενο δεν είναι όμως να βγω εγώ ή 2-3 άλλοι μπροστά. Όλοι μαζί πρέπει να το κάνουμε. Να έχουμε στόχο τη διάκρισή μας μέσω του μπάσκετ. Πέραν αυτών που μας χωρίζουν, πρέπει να βρούμε εκείνα που μας ενώνουν και θα φτιάξουν το σπορ.

Βρέθηκα κι εγώ στην αντιπαλότητα των δυο. Όλα είναι μια δοκιμασία. Πρέπει να βρίσκεις τον τρόπο να τα αντιμετωπίσεις. Δεν είναι μόνο δικό μας το πρόβλημα, παντού υπάρχουν τέτοια φαινόμενα. Πρέπει κάποια στιγμή να γίνουμε συμπαίκτες. Ο ένας δίνει τη δύναμη στον άλλο. Αν δεν υπάρχει ο Ολυμπιακός, δεν υφίσταται και ο Παναθηναϊκός και το αντίθετο. Είναι τυχαίο ότι όλα τα σπορ θέλουν να εμπλέξουν αυτά τα μεγάλα κλαμπ, για να αυξήσουν τον ανταγωνισμό; Κι εμείς τι κάνουμε; Καθόμαστε και τσακωνόμαστε. Πρέπει κάποια στιγμή να κάνουμε κι ένα βήμα μπροστά».

Από το Καστελόριζο στη Χαλκιδική

Έτσι θα βάλεις το καλάθι
Έτσι θα βάλεις το καλάθι

 

Σαν σήμερα λοιπόν, πριν από 32 χρόνια ο Γιαννάκης μαζί με τους συμπαίκτες του και τον αείμνηστο Κώστα Πολίτη ανέβαιναν στο βάθρο του ΣΕΦ. Η φετινή επέτειος θα τον βρει στο Καστελόριζο, στην εκκίνηση της Giannakis Academy. «Θα είναι μαζί μας 39 παιδιά, από νηπιαγωγείο, μέχρι γυμνάσιο. Έχει σημειολογική αναφορά η επίσκεψή μας στο ακριτικό νησί και κάθε φορά θέλουμε να πηγαίνουμε σε τέτοια μέρη, όπως το Καστελόριζο. Φεύγοντας θα τους αφήσουμε μια μπάλα και μια εμφάνιση, θα τους δώσουμε ένα τραπέζι πινγκ πονγκ, με ρακέτες και μπαλάκια.

Θα παίξουμε μαζί. Θα δείξουμε βίντεο από το ‘1987, από το 2005. Το έκανα γιατί το ’87 είχα πει ότι ήθελα κάθε παιδί σε όλη την Ελλάδα να έχει από μια μπάλα. Μετά; Ερχόμαστε Ψυχικό στις καταπληκτικές εγκαταστάσεις του κολεγίου, πάμε στο Ηράκλειο, ξανά στην Αθήνα και ολοκληρώνουμε στη Χαλκιδική. Θέλω μετά από τα καμπ τα παιδιά να έχουν αγαπήσει το μπάσκετ και να πηγαίνουν κάθε μέρα να παίζουν με τους φίλους τους. Με την παρακίνηση των γονέων βέβαια, γιατί αν δουν τον μπαμπά ή την μαμά να σουτάρουν με την μπάλα, είναι σίγουρο ότι θα τους μιμηθούν».

 
© Copyright 2024 Τα πάντα για τον αθλητισμό - MarkaSport